Οι ναυαγοί
Ακίνητοι στρατιώτες με μπούσουλα το κάποτε
Κοχύλια ανερμάτιστα στης ψυχής τη λαίλαπα
Κανείς δεν άπλωσε στο σώμα τους το πανί της χαραυγής
Παλεύουν με το κύμα γυρεύοντας το ίσως
Ποια μοίρα σπλαχνική θα σύρει το χορό των πέπλων
ξορκίζοντας το κακό μακριά σ’ άλλες πολιτείες;
Πού να στραφούν οι αιματοβαμμένοι ναυαγοί
γυρεύοντας τη λησμονιά του απρόσμενου χαλασμού;
Ξεσκίζουν τα σωθικά τους μοχθώντας να εγείρουν το μπορεί
Δίχτυ υφασμένο από επιπλέοντα φύκια του απέραντου πελάου
σφραγίζει την άπονη σκλαβιά με γενναία δόση χαιρεκακίας
Παλεύουν σαν τα θεριά, κολυμπούν σαν τα δελφίνια
Ψαχουλεύουν την απολελησμένη ανθρωπιά στο Χάος
Μα, να! Κάτι σαλεύει κει πλάι στα φαρμακερά τα βράχια
Μια ένδειξη ζωής αναπτερώνει τα αποκαμωμένα μέλη
Λες να δώσει ο Τριαινοφόρος θεός να λάβει τέλος το μαρτύριο;
Ποιος θα του θυσιάσει τα εκατό βόδια, θυσία εξιλέωσης;
Υπάρχει κανείς να αναλάβει το δύσκολο έργο της σωτηρίας;
Ανάψτε, άνθρωποι φωτιές, κάψτε μεριά νιογέννητων βοδιών
Δεν είναι άδικη κι άσκοπη τούτη η άγια προσφορά
Το χρέος της συνείδησης δεν εξατμίστηκε ακόμα
Κάπου φυτοζωεί και δύναται να φέρει τα πάνω κάτω
σκορπίζοντας στην οικουμένη ανασεμιά ψυχής.