Τετάρτη, 19 Ιουνίου 2013 16:22

Συνέντευξη της Αγγελικής Συρρή Στεφανίδου στη Μαρία Ζαβιανέλη

Written by
3681
Συνέντευξη της Αγγελικής Συρρή Στεφανίδου στη Μαρία Ζαβιανέλη

ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ - ΣΥΡΡΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ

Της Μαρίας Ζαβιανέλη


Ας πάμε πίσω στα παιδικά σας χρονιά πότε ξεκίνησε η μύηση σας στον κόσμο του βιβλίου;  

Η αγάπη μου για τα παραμύθια και τις ιστορίες που άκουγα να μου αφηγούνται οι γιαγιάδες μου κι οι γονείς μου, ήταν εκείνα που, κατ’ αρχήν, ξύπνησαν μέσα μου το ενδιαφέρον κι ύστερα την ανάγκη, για ν’ ακούσω και να μάθω  των άλλων τα βιώματα και τις ιδέες, μέσα από τα βιβλία τους, με αποτέλεσμα να ξυπνήσει κι η δική μου φαντασία κι η δημιουργικότητα για να πω κι εγώ με τη σειρά μου αυτά που μάζευα μέσα στην ψυχή και το μυαλό μου. 

Η μύησή μου λοιπόν, στον κόσμο του βιβλίου, ξεκίνησε από τότε που έμαθα ανάγνωση, με μύστη την μητέρα μου, η οποία αγαπούσε, το διάβασμα, τη μάθηση , την μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια, όντας κι η ίδια ποιήτρια που άφησε πίσω της χιλιάδες στίχους και ποιήματα, ποιήματα  που μιλούν για την ανθρωπιά, την αγάπη για τη φύση και τον συνάνθρωπο, την  πίστη στις αξίες και στα Θεία και στην αφοσίωση στην οικογένεια και της Πατρίδας τα ιδεώδη. 

Εκείνη  μου διάλεγε, στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας μου με την λογοτεχνία,  βιβλία  αξιόλογα και κατάλληλα να μου διδάξουν, όχι μόνο καινούρια ακούσματα και γνώσεις, αλλά και την σωστή διατύπωση του λόγου και των ιδεών, έτσι ώστε,  στη συνέχεια, να μπορώ μόνη μου να επιλέγω  και να απολαμβάνω τη σχέση μου και τη συναναστροφή μου με το πνεύμα και τον λόγο της αρχαίας μας κληρονομιάς, αλλά και της παγκόσμιας, παλαιάς και νέας, λογοτεχνίας.  

Ποια ήταν η πρώτη φορά που νιώσατε την ανάγκη εκφραστείτε  σ΄' ένα λευκό κομμάτι χαρτί;  

Η πρώτη φορά που έγραψα ένα ποίημα, για να διατυπώσω τα όσα θα ήθελα να τραγουδήσω, αλλά ευκολότερα - μιας και ανέκαθεν, καλλίτερα κι ευκολότερα εκφράζομαι γράφοντας παρά μιλώντας – ήταν, όταν γύρω στα οκτώ μ’ εννιά, όντας άρρωστη με πυρετό στο κρεβάτι, άκουγα στο ραδιόφωνο την περιγραφή της παρέλασης της 25ης Μαρτίου. Τότε,  μη μπορώντας να συμμετάσχω στην γιορτή, έβγαλα στο χαρτί την συγκίνηση και την περηφάνια μου, γράφοντας ένα ποίημα για την σημαία. Στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού ήμουνα  κι έκτοτε γράφω για ν’ ανακουφίζω πάντα τις δικές μου ανάγκες κι επιθυμίες και ποτέ και για τίποτε άλλο.  

Θα θελα λίγα λόγια για τα δικά σας βιβλία!  

Τα ποιήματά μου, είναι οι δικές μου αναγκαίες κραυγές και τα ξεσπάσματα προς το άπειρο της  συμπαντικής ουσίας κι είναι αδύνατον να σας τα περιγράψω. Αυτά  γεννήθηκαν σε στιγμές  μοναδικά δικές μου, με ανακουφίζουν κι όσο κι αν κριθούν ευνοϊκά ή κατακριθούν, δεν με νοιάζει. Δεν είναι εγωισμός αυτό που δηλώνω, αλλά η πραγματικότητα.  

Στα μυθιστορήματά μου και στα διηγήματα,  

α) οι ιστορίες που διάλεξα να πω είναι  από προσωπικά μου βιώματα και ακούσματα –γιατί αυτό συμβαίνει με τους περισσότερους δημιουργούς νομίζω- αλλά ποτέ πέρα για πέρα αληθινές. Η μυθοπλασία  διαμορφώνει την αλήθεια όπως θέλω εγώ, άλλοτε για να την συγκαλύψει, άλλοτε για να  την κάνει πιο ενδιαφέρουσα κι άλλοτε για να τις δώσει τις προεκτάσεις και τα αποτελέσματα που αναδεικνύουν την τέχνη της μυθιστορίας.  

β)  οι ήρωες μου είναι πάντοτε οι αντιήρωες της καθημερινότητας μας,  που ζουν ή έζησαν σαν τον καθένα μας, με πολύ αγώνα, με πολλά λάθη, με πολλά πάθη, με ανάγκη για αγάπη και χαρά, με ηρωισμό και ταπεινότητα, με εκούσια και ακούσια συμμετοχή στην εξέλιξη της ιστορίας μας  και  της κοινωνίας  μας κι  άλλοι κέρδισαν κι άλλοι έχασαν τα όνειρα και τις επιθυμίες τους, ανάλογα με τον ρόλο που τους έδωσα να παίξουν .  

γ) οι χρόνοι που διαδραματίζονται  τα έργα μου, είναι εκείνες οι ενδιαφέρουσες περίοδοι  της νεότερης ιστορίας του τόπου μας, κατά τις οποίες κι η Ελλάδα σαν κράτος διαμορφώνονταν, μέσα από πολέμους, διωγμούς, δικτατορίες, κατοχές και αδελφοκτόνες συρράξεις, αλλά κι ο λαός μας, προσπαθώντας ν’ αναστηλώσει το παλιό μεγαλείο του Έθνους μας, παράδερνε  ανάμεσα στο ανεκτίμητο παρελθόν του και στην αβέβαιη και ταπεινή του πραγματικότητα, κάνοντας ηρωισμούς αλλά και λάθη πάμπολλα .  

δ) Οι τόποι και τα περιβάλλοντα που διαλέγω σαν σκηνικά, είναι κατά το πλείστον  της ιδιαίτερης πατρίδας μου, της Χίου, το πανέμορφο νησί, αλλά κι άλλοι τόποι , που όμως  έχουν δευτεραγωνιστικούς ρόλους.  

ε) Τέλος, η γλώσσα  που κατά το πλείστον χρησιμοποιώ είναι αυτή  με την οποία μιλούν οι περισσότεροι Έλληνες, δηλαδή αυτή που διανθίζεται με ιδιωματισμούς και λεξιλόγιο της ιδιαίτερης πατρίδας του καθ’ ενός μας, με αποτέλεσμα  το άκουσμά της-ή η ανάγνωσή της- να γίνεται πιο ενδιαφέρον και λυρικό, αλλά και πιο μελωδικό και νοσταλγικό.  

Υπάρχει ήρωας η ηρωίδα(των βιβλίων σας) που κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά σας  η αδυνατείτε να ξεχωρίσετε;  

Βεβαίως αδυνατώ να ξεχωρίσω και να υποδείξω ποιον ήρωά μου αγαπώ και καμαρώνω περισσότερο. 

Μα…είναι όλοι τους παιδιά μου. 

Χρόνια τους ανάθρεφα μέσα στη μήτρα του μυαλού μου κι όταν συντελούνταν η γέννα τους, ήξερα πως, θα καμάρωνα όλη την υπόλοιπη ζωή μου για την δημιουργία τους.  

Πέντε βιβλία που σας σημάδεψαν και που θα τα προτείνατε ;  

Δύσκολη απάντηση που θέλει πολύ σκέψη  κι όσο κι αν θα προσπαθήσω  να είμαι ακριβοδίκαιη, πολλά  υπεράξια έργα θα μείνουν   αμνημόνευτα. 

Μπορώ όμως να σας αναφέρω, τουλάχιστον πέντε συγγραφείς-δημιουργούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας - και πάντοτε  αφήνοντας εκτός  πολλούς εξίσου άξιους μαζί με τους  αρχαίους δικούς μας  βεβαία - των οποίων τα έργα λάτρεψα, διάβασα και ξαναδιάβασα και επηρέασαν εκατό τοις εκατό την δική μου δημιουργία κι έκφραση.  

Τέχνη δεν είναι αυτό που βλέπεις Είναι αυτό που κάνεις τους άλλους να δουν; Ε.Ντεγκα 

Συμφωνείτε;  

Δύσκολη απάντηση που θέλει πολύ σκέψη  κι όσο κι αν θα προσπαθήσω  να είμαι ακριβοδίκαιη, πολλά  υπεράξια έργα θα μείνουν   αμνημόνευτα. 

Μπορώ όμως να σας αναφέρω, τουλάχιστον πέντε συγγραφείς-δημιουργούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας - και πάντοτε  αφήνοντας εκτός  πολλούς εξίσου άξιους μαζί με τους  αρχαίους δικούς μας  βεβαία - των οποίων τα έργα λάτρεψα, διάβασα και ξαναδιάβασα και επηρέασαν εκατό τοις εκατό την δική μου δημιουργία κι έκφραση. 

Θα αναφέρω λοιπόν, παραδείγματος χάριν, τους: Παπαδιαμάντη και τα διηγήματά του, τον Μυριβήλη και την « Παναγιά τη Γοργόνα» μα και τη «Ζωή εν τάφω» του, τον  Καρκαβίτσα και τα «Λόγια της Πλώρης» του, τον Κρόνιν και τις «Τρεις αγάπες» του αλλά και το «Κάστρο» του και τον Ουγκώ με τους «Εργάτες της θάλασσας», που για μένα είναι το κορυφαίο έργο της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. 

Πέντε  βιβλία μου ζητήσατε, πέντε σας ανάφερα, αλλά συγγραφείς, αφήνοντας εκτός, δυστυχώς, ιερά τέρατα του λόγου και της γραφίδας που, ελπίζω να με συγχωρέσουν, μια και γι αυτούς μπορώ να γράφω ώρα πολύ και ν’ αναφέρω το τι μου κληροδότησαν μέσα από το έργο τους.  

Το σπουδαιότερο που μπορεί να κάνει ένα έργο τέχνης, είτε βιβλίο είναι αυτό, είτε μουσικό έργο ή πίνακάς ζωγραφικής ή γλυπτό δημιούργημα η παράσταση θεατρική, κινηματογραφική ακόμα κι ένα δημοτικό τραγούδι ή μια παράσταση Καραγκιόζη, για να λέγεται επιτυχημένο, είναι να κάνει τον ακροατή, τον θεατή ή τον αναγνώστη του να μπει μέσα του και να το ζήσει, παθαίνοντας μια προσωρινή αλλοτρίωση. Το βέβαιο είναι πως, εκείνη την στιγμή της μετεμψύχωσής του, ο καθείς θα τη ζήσει μοναδικά και αποκλειστικά υποκειμενικά και ουδέποτε σαν τον διπλανό ή τον απέναντί του. 

Άρα… Συμφωνώ.  

Μπορεί ένα  βιβλίο μέτριο ή και κακό να έχει καλή τύχη εξ αίτιας  ενός "κάλου μάρκετινγκ'';  

Στην εποχή μας που, η διαφήμιση και το μάρκετιγκ  εννοούνται  «καλές τέχνες», αυτό συμβαίνει οπωσδήποτε. 

Αλλά εγώ, είμαι απ’ αυτούς που πιστεύω πως, κάθε δημιουργικό πόνημα, είτε κορυφαίο, είτε μέτριο, ακόμη και μετριότατο αν είναι, δεν παύει να περιέχει καλή πρόθεση, προσπάθεια, πάθος και προσδοκία πολύ εκ μέρους του δημιουργού του για να γίνει κι είναι, έστω κι ένα ελάχιστο πετραδάκι  που, μπαίνει στο οικοδόμημα  του γιγάντιου οικοδομήματος  της τέχνης και συντελεί, κατά τη δύναμή του, στην εξέλιξή της. 

Εξ’ άλλου, «ο κάθε δημιουργός, όταν εκθέτει το έργο του  στην κρίση του κοινού», έλεγε ο αείμνηστος Γιώργος Κανελλόπουλος, « είναι σαν να το πετά προς τον ουρανό. Αν είναι αετός θα πετάξει στα ουράνια, αν είναι κότα θα προσγειωθεί κι εκεί θα μείνει».  

Τελικά η τέχνη αναζητά την αλήθεια άλλα στοχεύει στην ψυχή και στον λογισμό του ανθρώπου;  

Την αλήθεια…; 

Μα η αλήθεια, όπως κι η ευτυχία κι η αγάπη κι η πίστη κι άλλα τέτοια αφηρημένα ουσιαστικά, είναι εντελώς υποκειμενικά σε κάθε περίπτωση κι όποιος τα αναζητά, στην πραγματικότητα αναζητά την ίδια την ψυχή του κι όσα μπορούν να την σώσουν. 

Άρα , το πνεύμα κι η ψυχή μας είναι οι τελικοί αποδέκτες όλων των ερεθισμάτων, των γνώσεων και των συμπερασμάτων, απ’ όπου κι αν προέρχονται αυτά.   

Τι σας έδωσε και τι θα θέλατε να σας δώσει ακόμα η λογοτεχνία;  

Μόνο τροφή εκλεκτή  και υγιεινή, στην αβάσταχτη κι ακόρεστη  πείνα του πνεύματος, απολαμβάνω καθημερινά από την λογοτεχνία, αλλά και μια διέξοδο στην προσωπική μου ανάγκη να δημιουργήσω μια παρακαταθήκη των δικών μου βιωμάτων και  ιδεών που, συλλέγονται σπυρί-σπυρί στο διάβα της ζωής μου, αλλά και να εκφραστώ και να επικοινωνήσω με τους συνανθρώπους μου  κι αυτό είναι ακόμα πολυτιμότερο.  

Υπάρχει κάποια σκέψη για το επόμενο βιβλίο σας η το έχετε ήδη αρχίσει;  

Η αλήθεια είναι πως δεν συνηθίζω να μιλώ για τα επόμενα βήματά μου. Το αύριο είναι αύριο κι όσο κι αν το σχεδιάζουμε κι αν το προγραμματίζουμε εκείνο συνήθως μας διαψεύδει. 

Μπορούμε όμως να οραματιζόμαστε και να ελπίζουμε, αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει το κοινό. Έχουν κι εκείνοι τα δικά τους για να ονειρευτούν.  

Τελειώνοντας, θέλω να σε ευχαριστήσω Μαίρη για, το ενδιαφέρον σου για μένα και την δουλειά μου. Με τίμησες κι ελπίζω να σε ικανοποίησαν οι απαντήσεις μου. 

Σου εύχομαι κι εγώ με τη σειρά μου, καλές επιτυχίες σε ότι επιθυμείς και δημιουργείς κι ελπίζω να διατηρηθεί η φιλία και η εκτίμησή που αισθανόμαστε η μια για την άλλη και στο μέλλον. 

 

 

Βιογραφικό

Η Αγγελική Συρρή-Στεφανίδου γεννήθηκε και πέρασε τα μαθητικά της χρόνια στη Χίο.  

Η πρώτη ποιητική της συλλογή με τον τίτλο «ΚΟΡΜΟΡΑΝΟΙ» που επιμελήθηκε ο λογοτέχνης Γιώργης Διλμπόης, εκδόθηκε το 1980 με την υποστήριξη  του Φιλοτεχνικού Ομίλου Χίου.  

Η ποιητική συλλογή της «ΚΟΡΜΟΡΑΝΟΙ ΙΙ», βραβεύτηκε με πρώτο βραβείο  σε Πανελλήνιο ποιητικό διαγωνισμό από τον Μορφωτικό Σύλλογο Βαρβασίου ο Κοραής βιβλιοθήκη «ο Φάρος» και  εκδόθηκε  το 1992 .  

Το μυθιστόρημα της «ΕΚΕΊΝΗ ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΦΥΓΕΙ» εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2001 από την Εμπειρία Εκδοτική και πήρε πρώτο βραβείο Πεζού Λόγου από την Διεθνή Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών.  

Τον Οκτώβριο του 2002 εκδόθηκε από την ίδια εκδοτική εταιρεία το μυθιστόρημα  «ΤΗΣ  ΣΤΕΡΙΑΣ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ» που βραβεύτηκε από την Εθνική Εταιρεία των Ελλήνων Λογοτεχνών.  

Το τρίτο μυθιστόρημά  «ΚΑΙ...ΜΗΝ ΟΡΚΙΖΕΣΑΙ» έκλεισε  την τριλογία  που αφορά στα κοινωνικοπολιτικοοικονομικά πεπραγμένα του εικοστού αιώνα  και εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2003 πάλι από την Εμπειρία Εκδοτική.  

Τον Οκτώβριο του 2007 η Εμπειρία Εκδοτική κυκλοφόρησε το τέταρτο μυθιστόρημα της με τίτλο «ΜΙΣΟ ΚΑΡΑΒΙ ΑΠΟ ΤΗ ΧΙΟ».  

Στις 21/01/2008 η Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών έδωσε ξανά  το πρώτο βραβείο ανέκδοτου πεζού αυτή τη φορά,  στην συλλογή διηγημάτων της συγγραφέως  «ΤΑ ΧΙΩΤΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΙΩΤΙΚΑ», που εκδόθηκαν τον Ιούλιο του 2010 από την Άλφαπι .  

Όλα τα  βιβλία της  έτυχαν ευνοϊκών  κριτικών και της  θερμής υποδοχής  των αναγνωστών με αποτέλεσμα να κάνουν πολλαπλές εκδόσεις.  

Το έργο της «ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΧΘΕΣ», από τον Μάρτιο του 2009 και μέχρι τον Απρίλιο του 2010, δημοσιεύτηκε σε  ομώνυμη στήλη, στην  καθημερινή εφημερίδα « Αλήθεια» της Χίου.  

Επίσης, πολλά ποιήματά και διηγήματα της  έχουν βραβευτεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς,  έχουν μπει σε ανθολογίες κι έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες του ημερήσιου αλλά και του περιοδικού τύπου.  

Η λογοτέχνης ζει  στην Αθήνα, είναι μητέρα δύο κοριτσιών και εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα. 

Είναι μέλος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά και της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών .

 

 

 

 

Read 3681 times

Latest from apostaktirio team