Τρίτη, 17 Οκτωβρίου 2023 15:15

ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «Περιοδεύων Θίασος: Μια Σκοτεινή Κωμωδία» από την Κασσάνδρα Αλογοσκούφι

Written by
845
ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «Περιοδεύων Θίασος: Μια Σκοτεινή Κωμωδία» από την Κασσάνδρα Αλογοσκούφι

Το Σάββατο 18 Φεβρουαρίου του 2023 είχα τη χαρά να απολαύσω στο θέατρο Έλερ την παράσταση «Περιοδεύων Θίασος: Μια Σκοτεινή Κωμωδία» για τη Μαύρη Επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής σε σκηνοθεσία και κείμενο Ελεάνας Γεωργούλη και ερμηνείας -κατά αλφαβητική σειρά- Γιάννη Ασκάρογλου, Γεράσιμου Γεννατά, Μαρίας Φλωράτου, σε σκηνογραφία-κοστούμια Γιώργου Τρικκαλιώτη, σχεδιασμό φωτισμού Χριστίνας Θανασούλας, φωτογραφίες Karol Jarek, video design Χρυσάνθης Μπαδέκα και promo trailer Αλέξη Ζαφειράκη. Συνολικά μια καλλιτεχνική σύμπραξη εννέα καλλιτεχνών.

Καταρχάς, η παράσταση στο σύνολό της ήταν επιτυχής. Πριν μπω στο χώρο είχα κανονίσει να έχω σημειωματάριο και το κινητό διαθέσιμο για να γράψω κάτι στα πρόχειρα. Τίποτα από αυτά δε χρειάστηκε για τον απλούστατο λόγο ότι τα χέρια δέθηκαν μεταξύ τους προσευχή ακινητοποιημένα απ’ την ίδια την καθηλωτική παράσταση. Δεν έπεφτε καρφίτσα στο κατάμεστο θέατρο. Όλη μου η ενέργεια εκτονωνόταν στα ακροδάκτυλά μου παλεύοντας μάλιστα να βρει μία φυσική διέξοδο. Δε δάκρυσα παρά στο τέλος της παράστασης καθώς με κατέκλυσαν εικόνες απανωτές των ηθοποιών. Επειδή ακολουθούσε και δεύτερη παράσταση στη σειρά υπήρξε το κύμα των συγκινημένων που εξερχόταν ανακατωμένο με αυτό των γελαστών και εύθυμων ανθρώπων που εισέρχονταν στο φουαγιέ. Αναγκάστηκα να χαμηλώσω το βλέμμα για να μη φανεί η όποια συγκίνηση.

Ο θεατρικός χρόνος της παράστασης κατάφερε με τον κατάλληλο φωτισμό και τη μουσική να αναδειχθεί, έτσι ώστε να ξεκλειδώσει τον θεατή -με την αυθυποβολή της ίδια της πράξης μίμησης- εισάγοντάς τον, ως άλλο αψέντι, στη μυστηριακή μέθεξη και στην κοινωνία της τέχνης του άχρονου.

Φορές που κατέβηκαν οι ηθοποιοί απ’ το σανίδι προς τη μεριά των θεατών ήταν για να αλλάξουν τόπο και να εισάγουν την ευφορία του γέλιου σε μια κατά τ’ άλλα δραματική παράσταση με καταγγελτικό χαρακτήρα. Ως να υπήρχε δηλαδή, μια νοητή τοπογραφία μεταξύ λύπης και γέλιου, καθιστώντας το έργο μια ισοζυγισμένη χαρμολύπη.

Ειπώθηκαν δια της θεατρικής μίμησης μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όσα εκτενώς ανέλυσε ο ταλαντούχος διεθνολόγος Διονύσης Τσιριγώτης με τα βιβλία: «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ 1919-1922» αφενός μεν, αφετέρου δε με το βιβλίο «ΝΕΟΤΕΡΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ», τα οποία καλό είναι να τα συμβουλευόμαστε, αν θέλουμε μια ανάλυση των αιτιών της Μικρασιατικής Καταστροφής και της απότοκης Συρρίκνωσης της Ελληνικής Ομογένειας, έτσι που να ταυτίζεται ο ελληνικός-ελληνόφωνος πληθυσμός του σήμερα με τα συμβατικά σύνορα του νεότερου ελληνικού κράτους.

Όμως, μην ξεχνάμε ότι η αξία της ιστορικής μελέτης δεν αναιρείται ή υποβαθμίζεται, μα είναι το θέατρο ως είδος τέχνης που είναι υπεράνω όποιου άλλου ως προς την αίγλη και τα κοινωνικά ευεργετήματα- ακόμα και της ίδιας της μοναχοκόρης ποίησης. Το θέατρο εν δράσει είναι υπεράνω ακόμα και των ίδιων των κειμένων, καθ’ όσον είναι η συνισταμένη πολλών τεχνών και δυνάμεων. Όχι, μόνο αποτελείται από το ίδιο το κείμενο καθ’ αυτό ως νεοελληνική γραμματεία, αλλά και απ’ τους ηθοποιούς σε ερμηνευτικό αυτοσχεδιασμό, ή απ’ την οπτική της σκηνοθεσίας, ακόμα-ακόμα, από το μέλος, τον χορό, τον σκηνικό χώρο και τα ενδύματα, τα εμβόλιμα έργα τέχνης(φωτογραφία και κινηματογραφία) και φυσικά ένα κοινό που μετέχει δια της ενεργής παρακολούθησης. Οι θεατές βάφουν άθελά τους όλο το έργο, που εξελίσσεται ως δυναμό φόρτισης ετεροβαρών συντελεστών και δυναμικών κουλτούρας, ήθους και πεποιθήσεων. Πλην όμως το κοινό μέσα από τον θεατρικό χρόνο μαθαίνει εκ νέου να κρίνει και να υιοθετεί σε συλλογικό επίπεδο τα απότοκα της φιλοσοφικής κριτικής σκέψης απέναντι στο προαιώνιο ζήτημα του θανάτου. Όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα, αλλά μέχρι τότε, πως θέλουμε άραγε να ζήσουμε; Τι είναι ο Πόλεμος; Γιατί ο Πόλεμος να συμβαίνει προς τέρψη των ολίγων ισχυρών;

Το θέατρο λοιπόν εν έτη 2023 που κατά τα άλλα αργοπεθαίνει λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων που διέρχονται τόσο εντός των κόλπων του, αλλά και εντός της κοινωνίας που διαρκώς το περιφρονεί ή το απλουστεύει είτε σε κουλτουριάρα τέχνη των λίγων και εκλεκτών ή σε εκείνη την άχρηστη τέχνη -κακοτεχνία- των πολλών και αμόρφωτων μαζών, όσον αφορά το κλίμα των επιθεωρήσεων ή των κοινότοπων φαρσοκωμωδιών. Η επιτυχής παράσταση «Περιοδεύων Θίασος» μπορούμε να πούμε ότι αποτέλεσε ανάχωμα χρονοκαθυστέρησης σώζοντας προσώρας την τέχνη από την πλημμύρα της πνευματικής σήψης.

Το ίδιο το κείμενο της Γεωργούλη δε θα μπορούσε πιστεύω να αποδοθεί καλύτερα από άλλον σκηνοθέτη(αυτό είναι συνάμα προτέρημα και μειονέκτημα). Ο συνδυασμός κειμένου με χορογραφία-σκηνοθεσία φέραν ένα δετό και ενιαίο αποτέλεσμα. Η ίδια επινόησε το σκαρί, τη θάλασσα και τη διαδρομή της στα αρχαία μονοπάτια της ιστορικής διαπίστωσης, οπότε υπό τη συνταγή αυτή το έργο είναι επιτυχές. Σε κάποια φάση προς το τελείωμα της παράστασης, ξύπνησα μέσα από τον θεατρικό χρόνο και διερωτήθηκα για μια στιγμή αν ποτέ υπήρξε επίσημα η κορύφωση του έργου και πότε ακριβώς συνέβη η κάθαρση ως συνειδητοποιημένο αμοιβαίο κέρδος.  Υπερίσχυσαν όμως τα πολυσχιδή θετικά στοιχεία του έργου και αυτό το γεγονός μπήκε σε δεύτερη φάση, αφού η διαδικασία της μέθεξης με επανέφερε γρήγορα στην ενιαία συλλογικότητα που αποστρέφεται τις ατομικότητες. Το κέρασμα της παράστασης ήταν ένα σωτήριο νερό της λήθης που ξεπλένει την ψυχή μέσα από τη σωστή επανακατανόηση της Ιστορίας, όπως αυτή θα πρέπει αφομοιώνεται στη μνήμη.

Ίσως, η Γεωργούλη να αναπτερωθεί στον θεατρικό λόγο, αν εξετάσει το έργο ως να μην έχει ελπίδα καμία να ανέβει στο σανίδι, οπότε θα μεριμνήσει το αφήγημά της να είναι πλήρους νοήματος, αυτάρκειας και αυτονομίας, χωρίς την πατερίτσα της πραγμάτωσής του από έναν ταλαντούχο θεατρικό θίασο απουσίας παράλληλης πλοκής πέραν του τραγικού ιστορικού συμβάντος. Ωστόσο, μπορούμε να πούμε ότι ακόμα και με αυτό το ψεγαδάκι η ομορφιά και δύναμη της Γεωργούλη είναι ανυπέρβλητη που με σωστό προσανατολισμό -όπως η παρούσα κριτική επιδιώκει- θα μας χαρίσει κι άλλα έργα του ταλέντου της στο εγγύς μέλλον.

Η αντιληπτική κρίση της Γεωργούλη εντόπισε ορθά στα αίτια της Μικρασιατικής Καταστροφής στον εθνικό διχασμό Βασιλικών και Βενιζελικών. Αυτό πυροδότησε την καταδίκη της Ομογένειας της Ανατολίας λόγω της φιλοβενιζελικής πολιτικής της ταυτότητας,            ιδίως των Σμυρνιών που θέλαν ένα νέο Ιωνικό Κράτος υπό Βενιζελική επιρροή. Στη συνέχεια, μπήκε και η οριστική ταφόπλακα με τον περιβόητο Νόμο 2740 της αντιβενιζελικής κυβέρνησης, που απαγόρευε τη μελλοντική περισυλλογή προσφύγων μεταναστών με πλωτά μέσα, καθόσον ήταν μάλιστα και Βενιζελικής βούλας. Τις μέρες της καταδίωξης τον Σεπτέμβρη του 1922 αυτό θα μεταφραζόταν στον πρακτικό εγκλωβισμό των Ελλήνων της Ανατολίας στις αποβάθρες της Μικράς Ασίας αδυνατώντας να βρουν εν πλω μια σανίδα σωτηρίας προς δυσμάς. Η μελέτη της Γεωργούλη ήταν τόσο επιτυχής, όσο και το έργο της ανάγλυφο της αλήθειας μιας μακρινής εποχής, που όμως γίνεται ξανά επίκαιρη λόγω του προσφυγικού ζητήματος. Με την ευθυκρισία της πέτυχε διάνα στα αίτια που γέννησαν μία ιστορική μαύρη τρύπα εξαφάνισης  χιλιάδων ανθρώπινων ψυχών και αυτό προβλήθηκε επαρκώς στην παράσταση.

Οι ηθοποιοί ένα τρίο διαφορετικών χαρακτήρων με προεξάρχοντα τον Γεράσιμο Γεννατά, ο οποίος καθηλώνει στο παίξιμό του, με αντίληψη ισχυρή παρασέρνει τον θεατή σε απόδοση μιας παλέτας διαφορετικών χαρακτήρων. Θα παίξει τον παλιάτσο αφηγητή, θα γίνει ο Κωνσταντίνος, μια ομιλούσα μαϊμού των μαζών, μα θα μεταμορφωθεί και σε Ρώσο Πρέσβη εξαιρετικής μίμησης και δερμάτινης φιγούρας. Ο ρόλος του είναι τέτοιος που του δίνει 1000% ελευθερία έκφρασης, δηλαδή ηθοποιού θέλοντος και σκηνοθέτη επιτρέποντος.

Ο Γιάννης Ασκάρογλου είναι σε πιο υποτονική φάση υπαγορευόμενη από τον ίδιο τον ρόλο του, που σκοπό έχει να αναδείξει το έντονο δίπολο που σχηματίζεται μεταξύ Φλωράτου και Γεννατά, που και αυτοί ενεργούν βάσει των σκηνοθετικών ελευθεριών που επιτρέπει ή όχι ο ρόλος τους. Είναι ο Γιάννης, λοιπόν, σαν το αναγκαίο συνδετικό υλικό που ενώνει το υδρόφιλο νερό με το υδρόφοβο λάδι σε ένα ενιαίο μείγμα ομοιογενούς καλλιτεχνικής υφής. Χωρίς τη σημαντική παρουσία του Ασκάρογλου, θα είχαμε δύο έντονους μονόλογους που θα αντιμάχονταν κατά μέτωπο μεταξύ τους. Η Φλωράτου προσωποποιεί, άλλοτε τη γυναίκα της Σμύρνης, άλλοτε τη Λάχεση που ορίζει τι θα συμβεί στον κάθε άνθρωπο και άλλες φορές γίνεται η Γαλλίδα Ντίβα Νινέτ σε ταχυδακτυλουργικό σκέρτσο εμφανίζοντας ή εξαφανίζοντας πληθυσμούς. Στην αρχή η Φλωράτου φαίνεται να εμφανίζει μία παροιμιώδη ακαμψία που ενισχύεται από το χονδροειδές μέγα κοντραμπάσο. Ενοχλεί, ίσως, με το ύψος και τα μακριά της άκρα, ενοχλεί υποσυνείδητα και ως Μικρασιάτισσα εταίρα. Όμως, αναπτερώνεται ενδυματολογικά με περούκα και φόρεμα τσάρλεστον ως εντυπωσιακή Νινέτ -επιμέλειας Γιώργου Τρικκαλιώτη, που απότομα την εκτοξεύουν  σε περσόνα αψυχολόγητης διασκέδασης στα σκοτεινά χέρια της οποίας κρέμονται ολόκληροι πληθυσμοί μειονοτήτων, οι εκτοπισμένοι της Μικράς Ασίας και οι αφανισμένοι απ’ το ολοκαύτωμα της Σμύρνης. Η ξαφνική της μεταμόρφωση είναι από τα στοιχεία έκπληξη του έργου. Αν ο θεατής στην αρχή καταλάβει ότι ο Γεννατάς είναι ο κύριος αφηγητής με τον οποίο θα ταυτιστεί, τότε η Φλωράτου είναι το ιστορικό παρελθόν μας. Ο δε Ασκάρογλου -γιος στρατιώτη…υπονοεί Τούρκου στρατιώτη, όνομα και πράγμα, δηλαδή- είναι το σωσμένο μέλλον, είναι ο πληθυσμός που κατάφερε από τύχη να γλυτώσει απ’ τη σφαγή. Κι έτσι αυτό το τρίο λειτουργεί καθοριστικά στο να κινήσει άμυνες, ταυτίσεις, εναντιώσεις, τρόμο, λύπη στο κοινό.  Οι τρεις ηθοποιοί λειτουργούν ως γρανάζια ετεροβαρή -σημαντικά, όμως, το ένα στο άλλο- που κινούνται στο παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον που μας επιφυλάσσει η όποια επανάληψη της τύχης της Σμύρνης κάπου σε κάποιο άλλο μέρος του πλανήτη(η Ιστορία θα επαναλαμβάνεται).

Επίσης, ήταν άκρως ομαλή η μεταβατικότητα χαρακτήρων μεταξύ των τριών αυτών ηθοποιών που εναλλάσσουν προσωπικότητες. Για παράδειγμα, με βοηθητικά στοιχεία, ξαφνικά, ο Γεννατάς μ’ ένα τσίγκινο κουβά με την απεικόνιση του Βενιζέλου α λα μπρατσέτα με τη Νινέτ, που φορά βρετανική ζαρτιέρα, υπονοώντας μια κυρίαρχη αγγλικής επιρροής στα μετόπισθεν, κουμπώνουν τέλεια με τον Ασκάρογλου να φορά Στέμμα του Κωνσταντίνου (ή στον απόηχο του Γερμανού Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β’ που από το 1918 είχε πάψει η ιδιότητά του)και  να υψώνει μια γερμανική σημαία.

Ο Γιάννης Ασκάρογλου ενώνει τα δύο δίπολα και εμφανίζει κάποιες ωραίες στιγμές, στο παιχνίδι του με τα playmobil και την αφήγηση της ιστορίας του επωνύμου του ως γιος στρατιώτη, τα video art και οι φωτογραφίες συνοδεύουν άριστα την εξέλιξη του θεατρικού. Αποθεώνεται, όταν ο μικρόσωμος Γεννατάς παίζει τον ρόλο μαϊμούς, οπότε δίνει χώρο στον Ασκάρογλου να απλωθεί και ο ίδιος στον εντυπωσιακό ρόλο του τεράστιου Αμερικάνου Σωτήρα με το καουμπόικο καπέλο και καιροσκοπικό λάσο(βλέπε άνω φωτογραφία). Επίσης, είναι καταλυτικός, όταν μαζί με τον Γεννατά ως πίθηκοι σε οίστρο αποδομούν το κλισέ ότι ο άβουλος όχλος πιθηκίζει, αφού οι ίδιοι είναι που στιγμές πιο πριν μας αφύπνισαν με το σαιξπηρικού τύπου μοτίβο, ότι η αλήθεια είναι να λέγεται, είτε από τρελό, είτε από γελωτοποιό παλιάτσο.

Αυτό που κρατώ είναι η σκηνή με τον Ασκάρογλου να βαστά τον Γεννατά ως μικρούλη Κωνσταντίνο που με γλυκιά και απολογητική φωνή εξηγεί, πως οι μάζες δεν ευθύνονται για τις γενοκτονίες και τα ολοκαυτώματα πόλεων. Αυτά είναι μεθοδεύσεις και αρχιτεκτονικές των Μεγάλων Δυνάμεων που προηγούνται σε χρόνο πολύ πριν την τέλεση των φρικτών πράξεων.

Η καλύτερη στιγμή και των τριών Γεννατά, Ασκάρογλου, Φλωράτου είναι στο ρεσιτάλ που έδωσαν ως Μεγάλες Δυνάμεις, όταν αγκαλιά παριστάνουν τον Ρώσο πρέσβη, και τον Ιταλό και την Φλωράτου ως σύγχρονη Σεμιράμις(Ελληνική Διοίκηση Σμύρνης), υποδύεται την πόρνη στο λιμάνι, που καλοδέχεται όλους τους ισχυρούς ιθύνοντες. Αυτοί είναι που τελικά θα γλιτώσουν αλληλέγγυοι μεταξύ τους απ’ τις φλόγες της καταστροφής, αφήνοντας τον λαουτζίκο να σαπίσει στο αίμα του. Σε καμία περίπτωση δε γλιτώνει ο απλός κόσμος της Σμύρνης που με τον φρικτό Νόμο 2740 θα καταδικάσει 500.000 Έλληνες να εγκλωβιστούν στο λιμάνι δίχως να μπορούν να επιβιβαστούν σε κάποιο πλοίο. Οι Έλληνες απαγόρευσαν στα καράβια να παραλάβουν τους Σμυρνιούς και οι Αμερικάνοι ρίχνανε καυτό νερό και βάζαν τη  μπάντα του ναυτικού να παίζει στη διαπασών για να μην ακούγονται οι κραυγές της σφαγής. Ο Τούρκος ήταν ο τελικός εκτελεστής. Η σύνθεση όμως της ίδιας καταστροφής συντελέστηκε απ’ τους κύκλους της ελληνικής ηγεσίας υπό εθνικό διχασμό. Οι Σμυρνιοί αν επέστρεφαν θα ήταν φιλοβενιζελικοί, κι ο βασιλιάς επέλεξε να τους αφήσει πίσω σαν σαβούρα πλοίου που πρέπει να απαλλαγεί σε περίπτωση τρικυμίας.

Αυτοί είμαστε. Ζώον δίποδο. Άπτερο, κατά Πλάτωνα. Επαναλαμβανόμαστε συχνά μέσα στην ιστορία ως προδότες αίματος.

ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ:Η ιστορία του μυρμηγκιού

Στη μυρμηγκοφωλιά αν κάποιος δε λάβει τροφή απ’ τον γεμάτο προστόμαχο ενός χορτάτου μυρμηγκιού, τότε, όλη η μυρμηγκοφωλιά θα πέσει να το εξοντώσει ως να ήταν χειρότερος απ’ τον εχθρό. Αυτά λέει ο Γεννατάς και μας ρωτά αν εμείς εδώ, αντί να δίνουμε χείρα βοηθείας στους μετανάστες -Σμυρνιούς ή άλλους- κάνουμε ηγέτες αυτούς που στερούν τη ζωή των άλλων…

 

 

Read 845 times

Latest from apostaktirio team